lad$43031$ - translation to ιταλικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lad$43031$ - translation to ιταλικό

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Lad; LAD (disambiguation); Lads

lad      
n. ragazzo, giovinetto; giovane, giovanotto; garzone di stalla
lad mag         
MAGAZINE GENRE
Lad mags; Lads mag; Lad Mag; Lads mags
rivista per soli uomini
Mallory-Weiss syndrome         
BLEEDING FROM A LACERATION IN THE MUCOSA AT THE JUNCTION OF THE STOMACH AND ESOPHAGUS
Mallory-Weiss Syndrome; Mallory-Weiss tear; Mallory-weiss syndrome; Gastro-oesophageal laceration-haemorrhage syndrome; Mallory-Weiss tears; Mallory-Weiss syndrome; Mad lad syndrome; Mallory weiss tear; Mallory Weiss; Esophageal tear; Lower esophageal tear
sindrome di Mallory-Weiss, stato patologico caratterizzato da emorragie gastrointestinali causate dall’eccesso di vomito (Medicina)

Ορισμός

lad
(lads)
Frequency: The word is one of the 3000 most common words in English.
1.
A lad is a young man or boy. (INFORMAL)
When I was a lad his age I would laugh at the strangest things...
Come along, lad. Time for you to get home.
N-COUNT; N-VOC
2.
Some men refer to their male friends or colleagues as the lads. (BRIT INFORMAL)
...a drink with the lads...
N-PLURAL: the N

Βικιπαίδεια

LAD

Lad or lads may refer to:

  • A boy or young man
  • Lad culture, a British subculture